μπαντιέρα

μπαντιέρα
η знамя, флаг, стяг;

§ σηκώνω μπαντιέρα — восставать, поднимать знамя мятежа;

ο καθένας έχει δική του μπαντιέρα ( — или την μπαντιέρα του) — у каждого своя дорога


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "μπαντιέρα" в других словарях:

  • μπαντιέρα — και παντιέρα, η (Μ μπαντιέρα και παντιέρα) σημαία, μπαϊράκι, λάβαρο νεοελλ. φρ. α) «σηκώνω μπαντιέρα» επαναστατώ, στασιάζω, εξεγείρομαι β) «ο καθένας έχει τη μπαντιέρα του» ο καθένας ακολουθεί τον δικό του δρόμο, ο καθένας κάνει αυτό που θέλει.… …   Dictionary of Greek

  • μπαντιέρα — η (λ. ιταλ.) 1. σημαία. 2. φρ., «Σήκωσε μπαντιέρα», επαναστάτησε …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • παντιέρα — η βλ. μπαντιέρα …   Dictionary of Greek

  • Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… …   Dictionary of Greek

  • bandieră — BANDIÉRĂ, bandiere, s.f. (înv.) Steag, drapel, stindard. ♦ spec. Steag al unei unităţi militare. [pr.: di e ] – Din it. bandiera. Trimis de paula, 16.03.2002. Sursa: DEX 98  BANDIÉRĂ s. v. drapel, pavilion, steag, stindard. Trimis de siveco,… …   Dicționar Român

  • panderă — pandéră ( re), s.f. – Bandieră, pavilion. – var. pandelă. ngr. μπαντιέρα, din it. bandiera. E dubletul lui bandieră. Trimis de blaurb, 04.07.2008. Sursa: DER …   Dicționar Român


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»